Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

Στων αστεριών τη σιγαλιά!

Χάρης Αντωνάκης

Ποίηση του αγαπητού συναδέλφου μου και συναγωνιστή μου στο Δικηγορικό Σύλλογο Ηρακλείου Θεοχάρη Αντωνάκη. Από την ποιητική συλλογή του με τίτλο "Λάφυρο του Δρόμου" [έκδοση 2009].

1.ΕΙΜΑΙ ΝΕΟΣ ΜΑ ΤΟ ΞΕΡΩ


Είμαι νέος μα το ξέρω, στη ζωή θα υποφέρω,

μιά που έρχεται η γνώση, το κορμί σα θα μεστώσει.

Θά 'χω κάνει τόσα λάθη κι' από τα πολλά τα πάθη, 

ποιος μπορεί να με γλυτώσει, τα στραβά να διορθώσει;

Θά 'χουν φύγει τόσα χρόνια, στην ντροπή, στην καταφρόνια 

κι όσα θά 'πρεπε να κάνω, πάνε,φεύγουνε τα χάνω.

Είναι φαίνεται μοιραίο και συνάμα απευκταίο,

να χρειάζεται να πάθω, να πονέσω, για να μάθω.


Όμως θά 'ναι πια για μένα, με τα νιάτα περασμένα,

μια φωτιά που σιγοσβήνει, ένα βότσαλο στη λίμνη.

Θά 'ναι μια βροχή στην ξέρα, το παιδί χωρίς μητέρα,

το κερί που τρεμοσβήνει, μια βραδιά χωρίς σελήνη.

2. ΔΩΡΟ ΘΕΟΥ ΝΑ ΓΕΝΝΗΘΕΙΣ 

Δώρο θεού να γεννηθείς, δώρο και να πεθάνεις,
μα σαν αντάλλαγμα να ζείς, πράξεις χρηστές να κάνεις.

Δώσε στον άλλο τη χαρά, στον πόνο του το γέλιο
κι αν έχει δόντια κοφτερά, μην πιάσεις το φραγγέλιο.

Θά 'ρθει στιγμή και θα το δεί, το σφάλμα το μεγάλο
και τρόπο να συγχωρεθεί, θα ψάξει δίχως άλλο.

Μέτρα τα λόγια που θα λές, γιατί πληγές ανοίγουν
και θα γενούν οι ενοχές, θηλιές που θα σε πνίγουν.

Μάθε να δίνεις στην οργή, χρόνο για να περάσει,
 κανείς με την υπομονή, ποτέ δεν έχει χάσει.

Εχε κορώνα την τιμή, μέχρι που να υπάρχεις,
κέφι, κλειδιά, υπομονή, πάντα μαζί σου νά χεις.

Λέγε τον λόγο τον καλό, δε σου κοστίζει πράμα,
βάλσαμο είναι στο πτωχό, παρηγοριά στο κλάμα.

Την κάθε μέρα να περνάς, σα νάν' η τελευταία,
τ' άσχημα πάντα να ξεχνάς, να μένουν τα ωραία.

Να ξέρεις πως οι συμφορές, μηνύματα σου δίνουν
και πως τελειώνουν οι χαρές, σαν τα κεριά που σβήνουν.

Το δίκιο να υπηρετείς, ποτέ την αδικία
κι αν θές αγάπη να γευτείς, νίκησε την κακία.

Είναι χαρά η προσφορά και παίρνεις ό,τι δίνεις,
μην προκαλείς τη συμφορά, γιατί φαρμάκι πίνεις.

Ολα κινιούνται με ρυθμό, με θεϊκή σοφία
και το να ζεις χωρίς καημό, έχει μεγάλ' αξία.

3. ΜΗ ΛΥΠΑΣΑΙ  

Μή λυπάσαι γι' αυτά που δεν έχεις,
όλ' ανήκουν στη γή το κατέχεις,
να πονάς και να κλαις δεν αξίζει,
η ζωή 'ναι τροχός που γυρίζει.

Οι χαμένες γενιές που περάσαν,
όσα είχαν και 'κείνες τα χάσαν,
στα δικά μας τα χέρια τ' αφήκαν,
στης αβύσσου το χάος διάβηκαν.

Μή λυπάσαι για κάποιον που φεύγει,
το καλύτερο πάντα γυρεύγει,
η ζωή περιπέτεια είναι,
να τη ζήσεις, αξίζει και μείνε.

Οι χαμένες γενιές που περάσαν,
όσα 'θέλαν ποτέ δε χόρτασαν,
στα δικά μας λημέρια τ' αφήκαν,
στης αβύσσου το χάος βρέθηκαν.

Μή λυπάσαι τα χρόνια που φεύγουν,
σαν πηγές που για σένα στερεύγουν,
η ζωή δεν κρατάει αιώνια
και σ' αυτό δεν υπάρχει συμπόνια.

Οι χαμένες γενιές που περάσαν,
πόνο, πίκρες, χαρές δοκιμάσαν,
μα στο έρμο ετούτο ταξίδι,
όλα είναι κρασί μα και ξύδι.

4. ΣΤΩΝ ΑΣΤΕΡΙΩΝ ΤΗ ΣΙΓΑΛΙΑ

Στων αστεριών τη σιγαλιά, νά 'τανε τρόπος να βρεθώ,
να πέσω ν'αποκοιμηθώ, με τους αγγέλους αγκαλιά
και με τα σύννεφα χαλιά.

Του φεγγαριού νά 'χω το φως, πέπλο κι ανταύγεια στα μαλλιά,
να μην ακούγεται λαλιά και να αισθάνομαι κωφός.

Ετσι κι αλλιώς εδώ στη γη, όσο κι αν ψάχνω δεν μπορώ,
χαρές κι αξίες πια να βρώ, ειρήνη, δίκιο και στοργή.

Είναι πολλές οι συμφορές, που δεν αντέχω να θωρώ,
ουρανομήκες να γροικώ, του πόνου άναρθρες κραυγές.

Ζώα, φυτά παραληρούν, δεν έχουν μέτρο και ρυθμό,
σα να προβλέπουν χαλασμό, φοβούνται και ανησυχούν.

Στων αστεριών τη σιγαλιά, ο κόσμος θάν' αλαργινός,
αόρατος και σκοτεινός, ένα σκουπίδι, μια σταλιά
και 'γω μ' αγγέλους αγκαλιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου